- Σιτς, Χάινριχ
- (Schütz, Κέστριτς 1585 – Δρέσδη 1672). Γερμανός συνθέτης. Σε ηλικία περίπου έξι ετών άρχισε να μελετά τραγούδι και εκδήλωσε τέτοιες μουσικές ικανότητες, ώστε ο λανγράβος της Έσης - Κάσελ, ακούοντάς τον, ανέλαβε ο ίδιος τη μόρφωση του παιδιού και το 1599 τον περιέλαβε στους τραγουδιστές του. Αφού ξεπέρασε εσωτερικές κρίσεις (φαίνεται πως ο ίδιος ήθελε στην αρχή να γίνει νομικός και όχι μουσικός), ο Σ. αφιερώθηκε αποκλειστικά στη μουσική μόλις γύρω στα τριάντα χρόνια του. Όταν το 1609 στάλθηκε για να τελειοποιηθεί στη Βενετία, έγινε ο αγαπημένος μαθητής του Τζοβάνι Γκαμπριέλι, με τον οποίο συνέχισε τις σπουδές του έως το 1612. Ξαναγυρίζοντας στην πατρίδα του, ανέλαβε τα καθήκοντα του εκτελεστή εκκλησιαστικού οργάνου της αυλής και πήρε μέρος στη Δρέσδη στην ορχήστρα του εκλέκτορα της Σαξονίας. Γύρω στα σαράντα του χρόνια δημοσίευσε μια συλλογή από λατινικά μοτέτα με τον τίτλο Cantiones sacrae, που και μόνα θα αρκούσαν για να στηρίξουν τη φήμη του ως λόγιου και μουσικού. Το 1628 αισθάνθηκε την ανάγκη να ανανεώσει τη μουσική του μόρφωση και ξαναγύρισε στην Ιταλία: θαύμαζε τον Μεντεβέρντι κι έπειτα προτίμησε να ξαναγυρίσει στη μελέτη του Παλεστρίνα. Αφού υπέστη σκληρά οικογενειακά πλήγματα και συγκλονίστηκε από την τραγωδία του Τριακονταετούς Πόλεμου, ο Σ., αν και συνέχιζε με αξιοπρέπεια τα αυλικά του καθήκοντα, εκδήλωσε την καλλιτεχνική ψυχή του με τη σύνθεση των Ιστοριών, ανάμεσα στις οποίες είναι τα Πάθη (από τα οποία σήμερα τρία θεωρούνται γνήσια: το πρώτο έχει αβέβαιη χρονολογία και τα άλλα δύο είναι του 1665 και του 1666), των Ιερών συμφωνιών, που δημοσιεύτηκαν σε τρία μέρη: 1629, 1647, 1650) και διάφορων κοντσέρτων, ενώ περιφρονούσε την εξωτερικότητα του μελοδράματος. Η διαφαινόμενη πολυφωνική λαμπρότητα δεν διατάραξε την τελείως εσωτερική απαίτηση μιας λιτής και ανήσυχης αντίστιξης, ενσυνείδητα και απόλυτα γερμανικής, σε στιγμές τόσο διαφορετικές στην ιστορία της χώρας του.
Ο Χάινριχ Σιτς σε προσωπογραφία ανώνυμου (1670).
Dictionary of Greek. 2013.